Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Με το ταξί καλπάζοντας.

Ρομαντικό ταξί μέσα στη νύχτα
σαν άμαξα δαιμονισμένη.
Μαστίγωσε τους μαύρους σου αμαξά
ρίξε στην Πανεπιστημίου τ' άλογά σου
με μια ελαφρά μου κλίση χαιρετώντας
τις φευγαλέες δεντροστοιχίες των περιπτέρων
καθώς μεθάω μέσα στη νύστα τόσων φώτων
που με καλούν από τον Πύργο των πηδάκων.
Βίτσισε λέω και στρίψε την Ομόνοια
ο Κόμης μες στα τόσα μύχια δώματα
εδώ τα εξαίσια σώματα βασανίζει
μια βουή που κάθεται στα κόκκαλά μου ομίχλη
χύσου λοιπόν στην ασφαλή μας άσφαλτο
κει που κοπάζουν τα ουρλιαχτά
στην κατηφόρα.
Μάρνη κι εγώ βουλιάζω πιο βαθιά στο κάθισμά μου
με τον καπνό μου σαν Ζορό να με τυλίγει
να με προδίνει μόλις φτάνει μπρος στο τζάμι
κι ο αγέρας τον αρπάζει από την μπέρτα.
Θα μείνεις τέλος μόνο εσύ κι εγώ αμαξά
εγώ που έχω από πριν σοφά μετρήσει
τις πιθανές γωνίες των καθρεφτών σου
για να μη δεις ποτέ το πρόσωπό μου
και μες στην άπνοια της πλατείας που χλιμιντρίζει
να μη με δεις τώρα σαν κατεβαίνω
που θα φυσήξω λίγο την κορφάδα των μαλλιών σου
για να μου πουν
χωρίς να νοιώσεις
Καληνύχτα.

Γιάννης Βαρβέρης.

Οι Μοντέρνοι Καιροί επιβιβάζονται στο ρομαντικό ταξί, που σαν άμαξα δαιμονισμένη περνά μέσα από τους δρόμους μιας κάπως παλιότερης πόλης. Μες στην άπνοια της πλατείας που χλιμιντρίζει, ζητείται ακόμη και σήμερα η πνοή της βραδυνής ευχής. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου